Η Google κατόρθωσε να αποφύγει το πιο σκληρό πλήγμα στη μακρά αντιμονοπωλιακή μάχη της στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς ομοσπονδιακό δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν θα υποχρεωθεί να πουλήσει το Chrome ή το λειτουργικό Android. Η εξέλιξη αυτή εκλαμβάνεται ως σημαντική νίκη για τον τεχνολογικό κολοσσό, που πέρυσι κρίθηκε ένοχος για μονοπωλιακή συμπεριφορά στον χώρο της διαδικτυακής αναζήτησης.
Η απόφαση του δικαστή Άμιτ Μέχτα όμως δεν αφήνει την εταιρεία ανεπηρέαστη, καθώς η Google θα πρέπει πλέον να μοιράζεται δεδομένα αναζήτησης με τους ανταγωνιστές της, ενώ παράλληλα απαγορεύεται να συνάπτει ή να διατηρεί αποκλειστικές συμφωνίες διανομής για υπηρεσίες-κλειδιά όπως το Chrome, το Search, ο Google Assistant και το Gemini. Πρόκειται για συμφωνίες οι οποίες αποτελούσαν επί χρόνια σημαντική πηγή εσόδων και ενίσχυαν την κυριαρχία της στην αγορά, στοιχείο που το δικαστήριο έκρινε πως περιορίζει τον ανταγωνισμό. Ο Μέχτα αποδέχτηκε μόνο ορισμένα από τα επιχειρήματα που κατέθεσε η εταιρεία υπερασπιζόμενη το επιχειρηματικό της μοντέλο.
Η απόφαση έρχεται σε μια συγκυρία όπου η Google βρίσκεται αντιμέτωπη με πολλαπλές προκλήσεις. Η άνοδος των συνομιλιακών συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης απειλεί την κυριαρχία της στην αναζήτηση, ενώ στο μέτωπο της διαδικτυακής διαφήμισης καλείται σύντομα να δώσει νέα μάχη, καθώς οι αρχές εξετάζουν και εκεί ζητήματα μονοπωλίου. Η ίδια η εταιρεία σχολίασε ότι η ετυμηγορία αντικατοπτρίζει τις αλλαγές που φέρνει η τεχνητή νοημοσύνη στον τεχνολογικό κλάδο, προειδοποιώντας όμως ότι η υποχρεωτική διάθεση δεδομένων εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την ιδιωτικότητα των χρηστών.
Από την πλευρά του, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ χαρακτήρισε την απόφαση ως βήμα που «ανοίγει την αγορά αναζήτησης» και αποτρέπει την Google από το να εφαρμόσει τις ίδιες αντιανταγωνιστικές πρακτικές και στον χώρο της γενετικής τεχνητής νοημοσύνης. Η υπόθεση στη Silicon Valley εκτιμάται ως σημείο καμπής, καθώς δεν αφορά μόνο την ίδια την Google αλλά στέλνει μήνυμα και σε άλλους τεχνολογικούς κολοσσούς που βρίσκονται στο μικροσκόπιο για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης.