– «Οι πολιτιστικοί και οικονομικοί δεσμοί μεταξύ του Οντάριο και της Ελλάδας δημιουργούν μια φυσική ευκαιρία για συνεργασία και ανάπτυξη», τόνισε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Επιμελητηρίου του Οντάριο Daniel Tisch, μιλώντας στο Οικονομικό Φόρουμ του Τορόντο III, διοργάνωση που αποτελεί πρωτοβουλία του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, με τη συνεργασία του The Hellenic Initiative Canada, του Ελληνο-Καναδικού Εμπορικού Επιμελητηρίου και της ελληνικής πρεσβείας στην Οττάβα.
«Είτε πρόκειται για τη ναυτιλία, είτε για τον τουρισμό, είτε για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, υπάρχουν απίστευτες δυνατότητες. Υπάρχουν απίστευτες δυνατότητες για ανάπτυξη του εμπορίου και των επενδύσεων μεταξύ του Καναδά και της Ελλάδας και στο Επιμελητήριο του Οντάριο προσβλέπουμε στο να κάνουμε ό,τι μας αναλογεί για να ενισχύσουμε αυτούς τους δεσμούς, τις σχέσεις και τις ευκαιρίες, ώστε να μπορέσουμε να ευδοκιμήσουμε όλοι μαζί», υπογράμμισε ο κ. Tisch. Εξήγησε επίσης, ότι ο Καναδάς, παρά το γεγονός ότι έχει τη μεγαλύτερη διμερή εμπορική σχέση με τις ΗΠΑ, με αγαθά αξίας 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων να διασχίζουν καθημερινά τα σύνορα τους, θα πρέπει να στοχεύει στη διαφοροποίηση μέσα και από άλλες διεθνείς συνεργασίες.
Μιλώντας για τις ευκαιρίες που προσφέρει ο Καναδάς, «ένα μέρος όπου υπάρχει φιλοδοξία, όπου υπάρχουν ταλαντούχοι άνθρωποι, ισχυρές υποδομές και ακόμη πιο ισχυρές αξίες», ο κ. Tisch μοιράστηκε με το κοινό την ιστορία του πατέρα του, όταν επέλεξε το Οντάριο για να εργαστεί και να δημιουργήσει, αλλά και τη δική του ιστορία για την αγορά μιας τηλεπικοινωνιακής εταιρείας 10 ατόμων που έφτασε 20 χρόνια αργότερα να είναι η μεγαλύτερη στη χώρα.
«Ο πατέρας μου επέλεξε το Οντάριο επειδή ήταν ένα μέρος που πίστευε ότι θα μπορούσε να πετύχει και να πετύχουμε κι εμείς. Τώρα έχω το προνόμιο να ηγούμαι ενός οργανισμού 60.000 επιχειρήσεων κάθε μεγέθους, σε κάθε τομέα και σε κάθε κοινότητα στο Οντάριο» είπε, παρατηρώντας ότι «η ελληνική κοινότητα του Καναδά είναι γεμάτη με ιστορίες οικογενειών και ηγετών που έχουν κάνει παρόμοιες γενναίες επιλογές, με παρόμοια εντυπωσιακά αποτελέσματα».
Αναλύοντας το επιχειρηματικό τοπίο του Οντάριο, σημείωσε ότι το 98% των επιχειρήσεων είναι μικρού μεγέθους, κάτι που, όπως πρόσθεσε, «δημιουργεί ένα πραγματικά ενδιαφέρον μωσαϊκό και μια ενδιαφέρουσα κουλτούρα τοπικών θέσεων εργασίας και επενδύσεων και καινοτομίας στην κοινότητα», ενώ ανέπτυξε το τετράπτυχο «αξίες- φιλοδοξία – υποδομές- άνθρωποι», στο οποίο όπως εξήγησε συμπυκνώνονται τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής.
Αναφερόμενος, εξάλλου, στο αποτέλεσμα των εκλογών στις ΗΠΑ και το αν θα επηρεάσει τις διμερείς οικονομικές σχέσεις Καναδά- ΗΠΑ, παρατήρησε ότι η ρητορική που ακούστηκε στην προεκλογική εκστρατεία ήταν ανησυχητική, «η περιφρόνηση για τις διεθνείς συμμαχίες, η αμοιβαία εξασφαλισμένη οικονομική καταστροφή που θα προέκυπτε από μαζικούς δασμούς και εμπορικούς πολέμους και στις δύο πλευρές των συνόρων και σε χώρες σε όλο τον κόσμο», όπως και «η αντιμεταναστευτική ρητορική και η πρόταση απέλασης 11 εκατομμυρίων ανθρώπων, η οποία θα ήταν καταστροφική και θα ακρωτηρίαζε περαιτέρω την οικονομία της Αμερικής».
Στο πλαίσιο αυτό, υποστήριξε ότι η επιχειρηματική κοινότητα δύναται να αναλάβει πρωτοβουλίες μέσω επιχειρηματικών επαφών και της προαγωγής του διαλόγου με νομοθέτες, και ιδιαίτερα με εκείνους στις πολιτείες των ΗΠΑ που συνορεύουν με το Οντάριο, όπως και με τους ομοσπονδιακούς στην Ουάσιγκτον. «Πρέπει να υποστηρίξουμε ότι η οικονομία της Βόρειας Αμερικής είναι πολύ ισχυρή, αλλά βασίζεται σε μια ανοιχτή αγορά που αγκαλιάζει την καινοτομία και τον ανταγωνισμό. Και ότι, σε μια εποχή που ο προστατευτισμός, η βιομηχανική πολιτική και οι μετατοπίσεις στις οικονομικές και πολιτικές συμμαχίες γίνονται ο κανόνας σε όλο τον κόσμο, η Βόρεια Αμερική μπορεί να αποτελεί νησί σταθερότητας, έχοντας μια ανοιχτή αγορά» σημείωσε μεταξύ άλλων.