Η Ελλάδα θα συνεχίσει να υπεραποδίδει έναντι της υπόλοιπης Νότιας Ευρώπης και της Ευρωζώνης το 2025, υποστήριξε ο Φίλιππο Ταντέι managing director της Goldman Sachs, κατά την τοποθέτησή του στο πάνελ συζήτησης με θέμα «GREEK ECONOMY: Prospects & Outlook Post Investment Upgrade», στο πλαίσιο του συνεδρίου 26th Annual Capital Link Invest in Greece Forum με τίτλο «Greece – Speeding Ahead Post Investment Upgrade», που πραγματοποιήθηκε σήμερα Δευτέρα στη Νέα Υόρκη σε συνεργασία με το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, το Χρηματιστήριο Αθηνών και μεγάλες διεθνείς τράπεζες και οργανισμούς.
Αναφορικά με το επόμενο έτος, υποστήριξε ότι οι προοπτικές για το για την Ευρώπη θα δεχθούν πιέσεις εξαιτίας των δασμών των ΗΠΑ και κάποια αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος θα κρατήσει την Ευρωζώνη μακριά από την ύφεση παρέχοντας, σύμφωνα με τις προσδοκίες της τράπεζες , αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,8% το επόμενο έτος.
«Εν τω μεταξύ, η ελληνική οικονομία βιώνει μια ευρείας βάσης βελτίωση. Η αγορά εργασίας έχει το υψηλότερο ποσοστό απασχόλησης που έχει καταγραφεί ποτέ, το οποίο εκτείνεται από τις υπηρεσίες έως τη μεταποίηση. Όμως, σε αντίθεση με τις άλλες οικονομίες της περιοχής, η ανάκαμψη της απασχόλησης στην Ελλάδα συνοδεύεται από μια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας που επωφελείται από την άνω του μέσου όρου αύξηση των επενδύσεων.
Κατά την άποψή μου, η ελληνική οικονομία διατηρεί άθικτες τις δυνατότητες ανάπτυξης μέχρι το επόμενο έτος, με μια διευρυμένη ευκαιρία για συνεχή αύξηση των κεφαλαιακών δαπανών που εξακολουθούν να είναι 5% του ΑΕΠ κάτω από το 2010. Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια αρκετά μοναδική θέση για τα επόμενα δύο χρόνια: μπορεί ακόμη να επωφεληθεί από την έκτακτη δημοσιονομική στήριξη των ευρωπαϊκών προγραμμάτων που θα της επιτρέψει, ταυτόχρονα, να ενισχύσει τις κεφαλαιουχικές δαπάνες και τις επενδύσεις διατηρώντας το δημοσιονομικό της έλλειμμα μεταξύ των χαμηλότερων στη ζώνη του ευρώ.
Η επέκταση της ανάκαμψης στις υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, ενώ η μεταποίηση συνεχίζει να βελτιώνεται, είναι η επόμενη πρόκληση για την ελληνική οικονομία. Η ευρωπαϊκή δημοσιονομική στήριξη, η πολιτική σταθερότητα και η δέσμευση για τη συνέχιση της αύξησης του μεριδίου του ελληνικού χρέους στην αγορά διαμορφώνουν το μακροοικονομικό τοπίο για να κερδίσει η Ελλάδα μια πρόσθετη αναβάθμιση της βαθμίδας στις επερχόμενες αξιολογήσεις».
Ο κ. Dimitrios Lambropoulos Partner, Deal Advisory – KPMG in Greece τόνισε:
«Πιστεύω ότι η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα αποτελεί ένα καθοριστικό ορόσημο στην οικονομική της πορεία, αντανακλώντας χρόνια διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, δημοσιονομικής πειθαρχίας και ανθεκτικότητας. Αυτή η επιτυχία έχει ενισχύσει τη θέση της Ελλάδας τόσο στις ευρωπαϊκές όσο και στις παγκόσμιες αγορές, ανοίγοντας την πρόσβαση σε διεθνείς πηγές κεφαλαίων, μειώνοντας το κόστος δανεισμού και προσελκύοντας θεσμικούς επενδυτές που προηγουμένως δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στην οικονομία της.
Η νέα αυτή κατάσταση προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να κατευθυνθούν επενδύσεις σε βασικούς τομείς ανάπτυξης, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η τεχνολογία, οι υποδομές και ο τουρισμός. Αυτοί οι τομείς έχουν τη δυνατότητα να προωθήσουν τη βιώσιμη ανάπτυξη, να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και να ενισχύσουν την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας.
Ωστόσο, αναγνωρίζω ότι αυτή η επιτυχία έρχεται σε ένα σύνθετο παγκόσμιο περιβάλλον. Γεωπολιτικοί κίνδυνοι, όπως οι εξελισσόμενες σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας και οι επιπτώσεις των πρόσφατων εκλογών στις ΗΠΑ, προσθέτουν επίπεδα αβεβαιότητας στις παγκόσμιες αγορές. Ταυτόχρονα, προκλήσεις όπως οι πληθωριστικές πιέσεις και τα ζητήματα ενεργειακής ασφάλειας απαιτούν εγρήγορση και προσαρμοστικότητα.
Για να διατηρηθεί αυτή την πορεία, πρέπει να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, να αξιοποιηθούν στρατηγικά τα ευρωπαϊκά κεφάλαια και να διασφαλιστεί η δημοσιονομική σταθερότητα. Η συνεργασία μεταξύ κυβέρνησης, ιδιωτικού τομέα και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων θα είναι κρίσιμη για να αξιοποιηθούν πλήρως οι ευκαιρίες που έχει ανοίξει η επενδυτική βαθμίδα».
Ο κ. Lefteris Farmakis, Senior FX Strategist – Barclays συζήτησε για τις βασικές τάσεις στις αγορές συναλλάγματος ενόψει των πιθανών αλλαγών στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ το επόμενο έτος, καθώς και τις επιπτώσεις τους για την Ελλάδα.
O Δρ. Tasos Anastasatos, Group Chief Economist, Deputy General Manager – Eurobank τόνισε: «Εν μέσω ενός διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος που χαρακτηρίζεται από γεωστρατηγική και οικονομική αβεβαιότητα, η ελληνική οικονομία συνεχίζει να υπεραποδίδει του περιγύρου της. Οι ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ αναμένεται να παραμείνουν γύρω ή πάνω από το 2% μεσοπρόθεσμα.
Οι κύριοι μοχλοί ανάπτυξης είναι οι επενδύσεις από το Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης και οι συνδεόμενες μεταρρυθμίσεις, η καλή επίδοση του τουρισμού, ο ευεργετικός αντίκτυποw της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας στην προσέλκυση επενδύσεων και στο κόστος χρηματοδότησης, τα υγιή μεγέθη του ελληνικού τραπεζικού τομέα, που επιτρέπουν απρόσκοπτη χρηματοδότηση της ανάπτυξης, και η υπεραπόδοση των δημόσιων οικονομικών, με πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα άνω του 2% του ΑΕΠ και σταθερή μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, γεγονός που ενισχύει την βιωσιμότητα της οικονομίας.
Ωστόσο, η στροφή προς ένα μοντέλο ανάπτυξης περισσότερο βασισμένο στις εξαγωγές και τις επενδύσεις εξακολουθεί να εξελίσσεται. Οι μακροπρόθεσμες προκλήσεις περιλαμβάνουν την -ακόμα υψηλή- εξάρτηση του ΑΕΠ από την κατανάλωση, ένα μείγμα εξειδικεύσεων που κλίνει προς δραστηριότητες χαμηλής τεχνολογίας και χαμηλής γνώσης, έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και δυσμενείς δημογραφικές προβλέψεις.
Η βασική παράμετρος για την αντιμετώπιση όλων αυτών των ζητημάτων είναι ο βαθμός επιτυχίας στην προσέλκυση επενδύσεων, όχι μόνο δημόσιων και ΣΔΙΤ, αλλά και ιδιωτικών. Για την επίτευξη οικονομικής σύγκλισης, το μερίδιο των επενδύσεων στο ΑΕΠ θα πρέπει, τουλάχιστον, να προσεγγίσει τον μέσο όρο της Ευρωζώνης του 22%, σε σύγκριση με 15% στο τέλος του 2023. Αυτό απαιτεί 8% πραγματική αύξηση των επενδύσεων ετησίως μέχρι το τέλος της δεκαετίας, μια επίδοση που επετεύχθη τελευταία φορά τη δεκαετία του 1950.
Επιπλέον, αυτές οι επενδύσεις θα πρέπει να περιλάβουν, πέρα από τον τουρισμό και τα ακίνητα, και άλλους παραγωγικούς και τεχνολογικά προηγμένους τομείς, κατά προτίμηση εξαγωγικούς, ώστε να γεφυρωθεί το χάσμα με τις εισαγωγές. Αυτός είναι ένας δύσκολος αλλά εφικτός στόχος. Ωστόσο, για να τον πετύχει, η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει τη φιλόδοξη ατζέντα της για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν περαιτέρω το οικονομικό περιβάλλον.
Αυτές περιλαμβάνουν επιτάχυνση της δικαιοσύνης, ολοκλήρωση χρήσεων γης και χωροταξίας, αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης, μείωση των φόρων στην παραγωγή και στους μισθούς και, γενικότερα, βελτίωση της ποιότητας των θεσμών και του κράτους δικαίου. Η αφύπνιση της Ευρώπης στις νέες γεωοικονομικές πραγματικότητες, θα δημιουργήσει ευκαιρίες για επενδύσεις στην τεχνολογία, την άμυνα και την ενέργεια και η Ελλάδα πρέπει -και είναι σε θέση- να εκμεταλλευτεί αυτές τις εξελίξεις».
Ο Δρ. Ilias Lekkos, Group Chief Economist and Head of Investment Strategy – Piraeus Bank, στα σχόλια του ανέφερε ότι η ελληνική οικονομία συνεχίζει να ξεπερνά τις ευρωπαϊκές επιδόσεις παρά το γεγονός ότι λειτουργεί σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων παγκόσμιων πολιτικών και γεωπολιτικών κινδύνων. Τους κύριους μοχλούς της αναπτυξιακής αυτής εξαίρεσης αποτελούν τόσο η ανάγκη να καλυφθεί ένα σημαντικό αναπτυξιακό κενό σε συνδυασμό με την άφθονη χρηματοδότηση από ευρωπαϊκές πηγές όπως και η ανάγκη για αύξηση της κατανάλωσης.
Σύμφωνα με τον κ. Λεκκό βασικοί τομείς που επωφελούνται από την ανάκαμψη αυτή είναι οι παραδοσιακοί τομείς όπως ο τουρισμός και τα ακίνητα οι οποίοι όμως συνοδεύονται και από αναδυόμενες δυνάμεις όπως logistics, data centers & IT, φαρμακευτικός κλάδος, ναυπηγοεπισκευή, έργα υποδομών και επεξεργασίας τροφίμων. Όμως ιδιαίτερης σημασίας είναι ο τομέας των ανανεώσιμων πηγών και πράσινης ενέργειας τόσο για τον οικονομικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία όσο και για τον στρατηγικό και γεωπολιτικό του ρόλο.