10 Σεπτεμβρίου, 2025
Οδός Επενδύσεων 123, Αθήνα, 10558
Διεθνείς Αγορές

Οι άξονες των εξαγγελιών Μητσοτάκη στη ΔΕΘ: Στόχος η στήριξη εισοδημάτων και η αποκατάσταση αστοχιών

Η μεγάλη πρόκληση, ωστόσο, παραμένει: η εφαρμογή στην πράξη και η διασφάλιση ότι τα μέτρα θα φτάσουν στους πραγματικά ωφελούμενους, χωρίς να υπονομευθεί η δημοσιονομική σταθερότητα στη συνέχεια.

Στην τελική ευθεία βρίσκεται το Μέγαρο Μαξίμου για το πακέτο μέτρων που θα παρουσιάσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη φετινή Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, με τον συνολικό προγραμματισμό να ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ.

Η κυβέρνηση επιδιώκει να απορροφήσει το πολιτικό κόστος από αστοχίες της προηγούμενης διετίας, όπως η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, ενώ ταυτόχρονα στοχεύει σε παρεμβάσεις με χρηστικό χαρακτήρα, που θα ελαφρύνουν τα μεσαία εισοδήματα, θα στηρίξουν τις οικογένειες και θα αυξήσουν την προσφορά στέγης.

Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του πλαισίου παίζουν τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, καθώς η καλή πορεία των φορολογικών εσόδων την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου δημιουργεί πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο. Το υπουργείο Οικονομικών εμφανίζεται αισιόδοξο ότι θα υπάρξει δυνατότητα νέων μέτρων και το 2026, εφόσον τα οριστικά δεδομένα το επιτρέψουν. Ανάλογο παράδειγμα δόθηκε φέτος: η υπεραπόδοση του 2024 έφερε μέτρα ύψους 1,1 δισ. ευρώ, όπως το εφάπαξ επίδομα 250 ευρώ για τους χαμηλοσυνταξιούχους και η επιστροφή ενός ενοικίου, που θα καταβληθούν τον Νοέμβριο.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η υπέρβαση του πρωτογενούς πλεονάσματος ανήλθε σε 1,203 δισ. ευρώ σε τροποποιημένη ταμειακή βάση για το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου. Μετά την αναθεώρηση του μεσοπρόθεσμου τον Απρίλιο, ο στόχος ανέβηκε από το 2,4% του ΑΕΠ στο 3,2%. Συνολικά απαιτείται υπέρβαση 3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων έχουν ήδη καλυφθεί 1,2 δισ., με το υπόλοιπο 1,8 δισ. να θεωρείται εφικτό, χωρίς να αποκλείονται βέβαια δυσκολίες στην πορεία.

Η εικόνα που σχηματίζεται είναι ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να αξιοποιήσει τα δημοσιονομικά περιθώρια όχι μόνο για μέτρα ανακούφισης, αλλά και για να διορθώσει προηγούμενες αστοχίες.

Η μεγάλη πρόκληση, ωστόσο, παραμένει: η εφαρμογή στην πράξη και η διασφάλιση ότι τα μέτρα θα φτάσουν στους πραγματικά ωφελούμενους, χωρίς να υπονομευθεί η δημοσιονομική σταθερότητα στη συνέχεια.

Οι παρεμβάσεις που θα εξαγγελθούν στη ΔΕΘ κινούνται στους παρακάτω βασικούς άξονες:

Στο φορολογικό πεδίο εξετάζεται η θέσπιση ενός ενδιάμεσου συντελεστή μεταξύ του χαμηλού 9% για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ και του 22% για εισοδήματα 10.001 – 20.000 ευρώ, καθώς και η αύξηση του ορίου εισοδήματος που επιβαρύνεται με 44%. Για τις οικογένειες με παιδιά, η κατεύθυνση είναι να αποφευχθούν επιδοματικές λογικές, δίνοντας έμφαση σε ουσιαστικές φορολογικές ελαφρύνσεις.

Στο μέτωπο των ενοικίων, στο τραπέζι βρίσκεται η εισαγωγή νέου συντελεστή για εισοδήματα 12.000 – 35.000 ευρώ, με στόχο την ανακούφιση της μεσαίας τάξης και τη διευκόλυνση στην αύξηση της προσφοράς κατοικίας σε πιο προσιτές τιμές. Σε συνδυασμό με την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, διαμορφώνονται περιθώρια για περαιτέρω παρεμβάσεις από το 2026.

Η στέγαση αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο. Σχεδιάζεται πρόγραμμα ευρύτερου χαρακτήρα, με μερική χρηματοδότηση από κοινοτικούς πόρους μέσω ΕΣΠΑ, στα πρότυπα του «Εξοικονομώ». Στόχος είναι να αυξηθεί η διαθεσιμότητα κατοικίας, ιδίως για νέες οικογένειες και μεσαία εισοδήματα, με την ταχύτητα υλοποίησης να θεωρείται κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχία.

Παράλληλα, η κυβέρνηση προχωρά σε ενίσχυση των μισθών στα σώματα ασφαλείας, μετά τις πρόσφατες αυξήσεις στις Ένοπλες Δυνάμεις. Η κίνηση αυτή έχει στόχο τη διατήρηση κινήτρων και ποιότητας υπηρεσιών, αλλά θα απαιτήσει ισορροπία ώστε η σχετική δαπάνη να μη δημιουργήσει ανισορροπίες στον προϋπολογισμό.

Τα σενάρια για τους συνταξιούχους

Για τους συνταξιούχους, η κατάργηση –και όχι απλώς η περικοπή– της προσωπικής διαφοράς φαίνεται να κερδίζει έδαφος ως ριζοσπαστικό και εμβληματικό μέτρο, ικανό να προκαλέσει θετικές αντιδράσεις. Ωστόσο, στο τραπέζι παραμένει και η αύξηση του επιδόματος των 250 ευρώ, που έχει ήδη ανακοινωθεί ότι θα χορηγείται σε μόνιμη βάση από τον Νοέμβριο του 2025 σε 1,4 εκατομμύρια συνταξιούχους και ευάλωτους πολίτες. Το συγκεκριμένο μέτρο κοστολογείται στα 360 εκατ. ευρώ ετησίως, γεγονός που καθιστά σαφές πως ένα από τα δύο σενάρια θα προχωρήσει, καθώς οι διαθέσιμοι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι.

Η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς αφορά περίπου 670.000 συνταξιούχους που σήμερα στερούνται τις ετήσιες αυξήσεις, λαμβάνοντας στη θέση τους ένα επίδομα ύψους 100–200 ευρώ, όπως έγινε πέρυσι. Αν η προσωπική διαφορά μηδενιστεί, τότε οι συνταξιούχοι θα επανέλθουν στον «κανόνα» των ετήσιων αυξήσεων.

Ενδεικτικά, συνταξιούχος λόγω γήρατος του ΙΚΑ με 25 έως 27 έτη ασφάλισης λαμβάνει σήμερα συνολική σύνταξη 883 ευρώ, με υπόλοιπο προσωπικής διαφοράς 42 ευρώ. Αν η προσωπική διαφορά καταργηθεί, θα λάβει το 2026 αύξηση περίπου 21 ευρώ (με υπόθεση αύξησης 2,4%), ανεβάζοντας τη σύνταξή του στα 904 ευρώ.

Το κρίσιμο ζήτημα που απομένει να διευκρινιστεί είναι αν η προσωπική διαφορά θα ενσωματωθεί λογιστικά στη σύνταξη πριν εφαρμοστούν οι αυξήσεις. Διαφορετικά, οι συνταξιούχοι κινδυνεύουν να χάσουν και όχι να κερδίσουν από την αλλαγή.

Για παράδειγμα, αν ένας συνταξιούχος λαμβάνει σήμερα 1.000 ευρώ εκ των οποίων τα 100 αποτελούν προσωπική διαφορά (900 + 100), τότε σε περίπτωση κατάργησης της προσωπικής διαφοράς και εφαρμογής αύξησης 2,4% στη σύνταξη, θα πρέπει να λαμβάνει το 2026 ποσό 1.024 ευρώ και όχι 921,6 ευρώ. Μόνο έτσι η μετάβαση θα είναι δίκαιη και θα αποδώσει ουσιαστικό όφελος.

Η κυβέρνηση καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε ένα εμβληματικό μέτρο με διαρθρωτικό χαρακτήρα –την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς– και σε μια άμεση οικονομική ενίσχυση, όπως το επίδομα των 250 ευρώ. Η τελική επιλογή θα κριθεί από τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο, αλλά και από το πολιτικό αποτύπωμα που θέλει να αφήσει η επόμενη δέσμη μέτρων.

X